- Η πρώτη οδός την οποία διήλθε o Isambert ξεκινούσε από την Κωνσταντινούπολη και κατέληγε στη Θεσσαλονίκη, μέσω Ραιδεστού, Αίνου και Καβάλας. Το ταξίδι διήρκεσε δέκα ημέρες ή εκατόν ένδεκα ώρες. Η συγκεκριμνένη οδός δεν προτιμάται από τους οδοιπόρους, οι οποίοι επιλέγουν τον θαλάσσιο δρόμο. Ωστόσο η συγκεκριμένη οδός διέρχεται από μέρη αξιόλογα, με ιστορικό και αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Τέτοιο ενδιαφέρον παρουσιάζει το τμήμα από τον Αίνο έως τη Θεσσαλονίκη. Σ’ αυτήν την οδό μπορεί κανείς να βρεθεί ερχόμενος από την κωμόπολη Κουτσούκ – Τσεκμετζέ διά του σιδηροδρόμου, ή πηγαίνοντας ως τη Ραιδεστο μέσω ατμοκινήτου. (Isambert, σ.1 – 2)
- Η τουρκική ονομασία της Ραιδεστού είναι Τεκφουρδάγ, που σημαίνει, όρος του Κυρίου. Στα αρχαία χρόνια η πόλη αυτή ονομαζόταν Βισάνθη και στους μεσαιωνικούς χρόνους ονομάστηκε Ραιδεστός. Αποτελεί ένα από εκείνα τα εμπορικά σημεία, που ίδρυσε η ελληνική δραστηριότητα σ΄αυτά τα παράλια της Προποντίδας από την 6η εκατονταετηρίδας π.Χ. Η Ραιδεστός είναι χτισμένη σε ένα αμφιθέατρο που σχηματίζεται από λόφους. Από την πλευρά της θάλασσας προσφέρει θέα γοητευτική. Στο εσωτερικό της όμως παρέχει θέα τουρκικής πόλης. Η Ραιδεστός δεν διαθέτει πολλές αρχαιότητες. Σώζονται μόνο κάποια λείψανα αρχαίου τείχους κατασκευασμένου από κολοσσιαίες πέτρες, κάποια αρχαία και βυζαντινά προχώματα και ο ναός της Παναγίας της Ρευματοκρατόρισσας, όπως αποκλήθηκε διότι σύμφωνα με την παράδοση η πολιούχος εξώθησε τους βαρβάρους από την πόλη και τους κατακρήμνισε σε κάποιο βαθύ ποτάμι. Σε αυτή την εκκλησία σώζονται οι τάφοι των Ούγγρων, που εξορίστηκαν στη Ραιδεστό μετά την ειρήνη του Κάρλοβιτς στις αρχές του 18ου αι. Οι Μαγυάροι ακόμη έρχονται να προσκυνήσουν από την Πέστη. Καθίσταται ολοφάνερο πως η πόλη της Βισάνθης θα βρισκόταν πάνω στο οροπέδιο, αφού εκεί πέρα βρίσκεται και η εν λόγω εκκλησία.
Η Ραιδεστός είναι η πρωτεύουσα του σαντζακίου του Τεκφουρδάγ και έχει 23.000 κατοίκους εκ των οποίων οι 13.000 είναι Τούρκοι, των οποίων ο αριθμός σήμερα ελαττώνεται, 6.000 Αρμένιοι, 4.000 Έλληνες 5.000 Ιουδαίοι, 60 Καθολικοί και 25 Διαμαρτυρόμενοι. Οι κάτοικοι σύμφωνα με το θρήσκευμά τους είναι χωρισμένοι σε κοινότητες, που η κάθε μια έχει τις δικές της δραστηριότητες. Εξ όλων αυτών όμως υπερέχει η ελληνική κοινότητα ως προς την εμπορική της δραστηριότητα και ως προς την τάση της προς τα γράμματα, που διατηρεί δύο σχολεία στα οποία φοιτούν 220 μαθητές και δαπανά 6.000 με 7.000 φράγκα κατ’ έτος.
Οι Αρμένιοι ασχολούνται με τις τραπεζικές εργασίες και είναι φημισμένοι για τον πλούτο που έχουν συγκεντρώσει. Έχουν μάλιστα και δική τους εκκλησία. Οι Εβραίοι είναι λεμβούχοι και μικροέμποροι.
Εξερχόμενος ο οδοιπόρος από τη Ραιδεστό συναντά δύο δρόμους. Η ταχυδρομική οδός που εξέρχεται από την παραλία και εισέρχεται στα ηπειρωτικά μέρη είναι άγρια και ορεινή. Οδοιπορώντας κανείς σ΄ αυτήν την οδό συναντά τις κωμοπόλεις Αϊνεντζίκ (μετά από πορεία τεσσάρων ωρών), Μάλγαρα (μετά από πορεία 10 ωρών) και Κεσλάν (μετά από πορεία πέντε ωρών). Διαβαίνοντας o οδοιπόρος τη μεγάλη κοιλάδα της Μαρίτσας (Έβρου) συναντά πεντέμισης ὠρες τον ομώνυμο ποταμό και μετά από μισή ώρα τη Βέρα ή Φερετζίκ, από όπου είναι επισκέψιμη η κοιλάδα του Αίνου και τα ερείπια της Τραϊανουπόλεως.
Η δεύτερη οδός ή καλύτερα η δεύτερη διεύθυνση, διότι πολλές φορές αναγκάζεται κανείς να πορευτεί διά μέσου των αγρών και των ψαμμωδών παραλιών, περιέχει πολλές αρχαίες τοποθεσίες, τις οποίες περιέγραψε στην αρχαιολογική του περιήγηση στη Θράκη ο κ. Αλβέρτος Dumont. Ακολουθώντας κανείς τον νότιο παραλιακό δρόμο της Ραιδεστού, συναντά διάφορα ομαλά πεδία που δεν παρουσιάζουν όμως και κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, απολαμβάνοντας παρόλα αυτά την αξιοθαύμαστη θέα, που προσφέρει η διάβαση από τη θάλασσα του Μαρμαρά και από τα παράλια της Βιθυνίας που εξωραΐζονται από πολλά χρώματα. (Isambert, σ. 4-6)
Η οδός που βρίσκεται στα βορειοανατολικά της Τραϊανουπόλεως οδηγεί μέσα σε τρεις ώρες στο Φερετζίκ ή Βίρα, όπου βρίσκει κανείς την ευθεία οδό που αδηγεί από τη Ραιδεστό στη Θεσσαλονίκη διά των κωμοπόλεων Μάλγαρα και Κεσλάν και διά του σιδηροδρόμου της Αδριανούπολης.(Isambert, σ.13)