Παλαιό Όνομα :Λίμνη Λυχνίτιδα

















Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

  • Ένα στρώμα όμιχλης κατακάθεται πάνω στην πεδιάδα της Αχρίδας, θεόκλειστη γύρω γύρω από ψηλά βουνά, που ξεπροβάλλουν τα κεφάλια τους πάνω από την καταχνιά. Τα νερά της λίμνης της Αχρίδας ξυπνούν μέσα στον καταπράσινο κρατήρα τους και αναδεύονται απ’ τις πνοές του αγέρα, ενώ τα σκιάζουν από πάνω τα σύννεφα του ουρανού, που το γαλανό του χρώμα θυμίζει ελληνικό κόλπο. Η Μακεδονία! Όταν ανεβείς στις τελευταίες πλαγιές του γαλλικού Ζυρά, βλέπεις το ίδιο μπροστά σου όλη την ελβετική πεδιάδα. Η πεδιάδα της Αχρίδας είναι άδεια. Η λίμνη είναι έρημη. Ούτε ένα καραβάκι στα γαλήνια νερά. Ούτε μια μια φωνή στους βουβούς κάμπους. Ψηλά καλάμια και έλη που λιμνάζουν στις όχθες της λίμνης, την κάνουν απρόσιτη. Δύο ποτάμια τυλιγμένα στην καταχνιά αργοκυλούν μέσα στα χόρτα. Κατεβαίνουμε επί μια ώρα από ένα μεγάλο κατηφορικό δρόμο, ανάμεσα σε δύο σειρές δέντρα. Το δάσος που απλώνεται δεξιά και αριστερά μας, μας κρύβει τη θέα της λίμνης και της πεδιάδας. Μέσα στις φτελιές, στις κληματσίδες και στα πρίνα το βλέμμα καρφώνεται σε απόσταση μερικών μέτρων στην επόμενη σρτοφή του δρόμου, πάνω στη σκεπασμένη με μούσκλα και κυκλάμινα υγρή πέτρα, στο ξεραμένο δέντρο που το έχει πνίξει ο κισσός, στην ψηλή βαλανιδιά που στέκει απομόναχη μέσα στο γυμνό ξέφωτο.
    (Berard, σ. 136-8)
  • Η λίμνη που κατά μήκος της προχωρούμε έχει κρυστάλινη διαφάνεια. Σε δέκα δεκαπέντε μέτρα απόσταση από την όχθη βλέπουμε πλήθος τις πέρκες και τις γιγάντιες πέστροφες. Κάτω από την ενιαία επιφάνεια μυρμηγκιάζει η ζωή και μέσα στους καλαμώνες της όχθης ελλίσονται σε στολίσκους οι αγριόχηνες και οι γαλάζιες πάπιες. Τέτοια αφθονία δεν έχω δει παρά στις όχθες του Νείλου και στις τοιχογραφίες εκείνες της αρχαίας Αιγύπτου, όπου τα μονόξυλα των κυνηγών σηκώνουν ανάμεσα στους λωτούς νέφη από ίβιδες και ερωδιούς. Τα ανατολικά βουνά, στα οποία πλησιάζουμε, μας προσφέρουν μόνο ξεγυμνωμένες πλαγιές. Κοπάδια από γίδια κουρεύουν από πάνω τους και το τελευταίο χαμόκλαρο, και το τελευταίο χορταράκι. Άλλοτε η λίμνη εισχωρούσε στα βουνά αυτά μέσω ενός επιμηκυμένου κόλπου ανάμεσα στην κυρίως οροσειρά και σ’ ένα αντέρεισμα. Μια διπλή νησίδα βράχων υψωνόταν στη μέση του κόλπου αυτού, που οι προσχώσεις κατόπιν τον γέμισαν. Η νησίδα αυτή υψώνεται σήμερα στεφανωμένη με τα σπίτια της Αχρίδας μέσα σε μια ζώνη από περιβόλια, καρποφόρα δέντρα και ζωηρή πρασινάδα.
    (Berard, σ. 149-150)
  • Η λίμνη κοιμάται καθώς βασιλεύει ο ήλιος. Τη ρυτιδώνουν μονάχα οι βάρκες που φεύγουν από την Αχρίδα. Γλιστρούν πάνω στο νερό κουβαλώντας στα κυπαρίσσια της αντίπερα όχθης μια συντροφιά από γέρους Τούρκους, ρασοφόρους παπάδες ή ευρωπαϊκές φορεσιές με βαριά χρώματα- την υψηλή κοινωνία της Αχρίδας. Από τις βάρκες αυτές βγαίνει ο οξύς θρήνος της γκάιντας ή οι μεταλλικοί ρόγχοι μιας κιθάρας. (Berard, σ. 154)


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

  • Στο ίδιο κεφάλαιο του Πολυβίου ο ιστορικός συνεχίζει να αφηγείται ότι ο Φίλιππος, αφού ξαναπήρε τις τρεις πόλεις της Φοιβατίδας που αναφέρθηκαν ήδη, προχώρησε για να καταλάβει άλλα μέρη της Δεσσαρέτιας, δηλαδή το Κρεόνιο και τη Γηρυώνη και τέσσερις πόλεις στη λίμνη Λυχνίτιδα, την Εγχελαρία,τον Κέρακα, το Σάτιο και το Βόϊο και μετά την Μπαντία των Καλίκαινων και την Οργεσσό των Πισσαντίνων.Οι τέσσερις πόλεις στη λίμνη βρίσκονταν στη δυτική ακτή, και αυτό μπορεί να συναχθεί από τα Οδοιπορικά, και κυρίως από το Συνοπτικό Οδοιπορικό, το οποίο προφανώς ακολουθούσε την ανατολική πλευρά της λίμνης από τη γέφυρα του Δριλώνα στη Λυχνιδό, και το οποίο δεν κάνει αναφορά σε κανένα από τα μέρη που αναφέρει ο Πολύβιος.(Leake, τομ.ΙΙΙ, σ.328)


Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

  • Η Λυχνιδός, η οποία βρισκόταν κάποτε κοντά στο ποτάμι του Αγίου Ναούμ, εντοπίζεται από τον Τίτο Λίβιο στην Ιλλυρία, ενώ από τον Πτολεμαίο στη Δασσαρητία. Η λίμνη της Λυχνιδού βρίσκεται κοντά στην Αχρίδα. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ.49)
  • Η λίμνη Λυχνιδός, είναι σαν μια δεξαμενή απ’ όπου αντλούν συνήθως τα νερά τους οι ποταμοί που ρέουν συνεχώς. Περιβάλλεται από μια προστατευτική ορεινή λωρίδα, διαμορφωμένη από κάποιο αντέρεισμα του όρους Βόρας, ενώ περιορίζεται παράλληλα από τις δευτερεύουσες οροσειρές των Κανδαβιανών Πυρηναίων. Έχει συνολική περίμετρο γύρω στις εικοσιτεσσεράμιση λεύγες. Μέσα στα όρια αυτής της επιφάνειας, η μεγάλη της διάμετρος, αν την υπολογίσουμε από το βορρά προς τη μεσημβρία, είναι επτά λεύγες, ενώ το πλάτος της, από τα ανατολικά προς τα δυτικά είναι τεσσεράμισι λεύγες. Πήρε το όνομά της από τα διάφανα νερά της (Λυχνίς, δηλαδή διαυγής). Ο βυθός της έχει βάθος δέκα έως και δεκατέσσερις οργιές. Όπως και στην εποχή του Στράβωνα, έτσι και τώρα έχει τόση άφθονη αλιεία, ώστε μεγάλες ποσότητες πέστροφας παστώνονται και αποστέλλονται στις αγορές της Ρούμελης και της Ηπείρου. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ.61-62)
  • Μετά το θάνατο του Ιουστινιανού, την εποχή της βασιλείας του Μόχρου οι Βούλγαροι, λόγω του μίσους που έτρεφαν κατά των Ρωμαίων, μετονόμασαν τη Λυχνιδό σε Αχρίδα ( Άννα Κομνηνή, βιβλ. ΧΙΙ, σ. 371, edit du Louvre) (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ.53)
  • Ο Μάλχος, που μοιάζει να έχει αντιγράψει τον Κεδρινό, αναφέρει σχετικά με τη Λυχνιδό ότι πρόκειται για μια πόλη κτισμένη πάνω σ’ ένα ύψωμα, σε οχυρωματική θέση, με άφθονες πηγές, καταμεσής σ’ ένα σιτοβολώνα. Οι σύγχρονοι συγγραφείς αποκαλούν Ιουστινιανούπολη τα ερείπια της πόλης Λυχνιδούς. Απ’ όλα αυτά τα μνημεία δεν απομένει πια παρά μια οχυρωματική περίμετρος με προμαχώνες και επάλξεις και με μερικά ερείπια εκκλησιών. Όσο για τα νομίσματα που βρέθηκαν μέσα στα χαλάσματα, είναι μακεδονικά, ρωμαϊκά, καθώς και μερικά από τα χρόνια της Ανατολικής Αυτοκρατορίας. Το σημαντικότερο από τα μακεδονικά νομίσματα φέρει στο περιθώριο την επιγραφή: ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΠΡΩΤΗΣ. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ.53)
  • Η διοικητική περιφέρεια της Λυχνιδούς ή Ιουστινιανούπολης περιλαμβάνει δέκα οκτώ χωριά σκορπισμένα πάνω στην κοιλάδα του Γενούσου, ο πληθυσμός των οποίων, προστιθέμενος σ’ εκείνον της πόλης του Πόγραδετς, εκτιμάται ότι είναι οκτακόσιες σαράντα οικογένειες ή τέσσερις χιλιάδες διακόσια άτομα, τα οποία στην πλειονότητά τους είναι Μωαμεθανοί. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ.60-61)

  • Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.


    Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.

    • Πιθανή ονομασία της λίμνης, κατά την αρχαία εποχή. Είναι η μεγαλύτερη σ’αυτή την περιοχή με 25 χιλιόμετρα μήκος και έξι πλάτος. (Walker,σ.104)


    Δεν υπάρχει περιεχόμενο για τον συγκεκριμένο περιηγητή για να καταχωρηθεί.