Οι Γκέμπροι Βαρδαριώτες εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία ήδη από τον 8ο μ. Χ. αιώνα. Η εγκατάσταση των Βαρδαριωτών στις όχθες του Αξιού, από τους οποίους πήρε και το όνομά του ο ποταμός που λέγεται σήμερα Μπαρντάρ ή Βαρδάρης, φαίνεται ότι χρονολογείται την εποχή της βασιλείας του αυτοκράτορα Θεόφιλου (829-842). Δεκατέσσερις χιλιάδες Πέρσες, σύμφωνα με το Λέοντα το Γραμματικό, ή τριάντα χιλιάδες, σύμφωνα με το Ζωναρά, εγκατέλειψαν την πατρίδα τους για να γλιτώσουν από τους Μωαμεθανούς. Οι άνθρωποι αυτοί, που είχαν τα ελαττώματα τόσο των φανατικών όσο και των μισθοφόρων, αφού προηγουμένως έγιναν αποδεκτοί από την ελληνική αυτοκρατορία, θέλησαν κατόπιν να εξεγερθούν κατά του μονάρχη εκείνου, στον στρατό του οποίου υπηρετούσαν και να ανεβάσουν στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης τον αρχηγό τους Θεόφοβο, ο οποίος καταγόταν από τους Σασσανίδες, ήταν χριστιανός και είχε ανατραφεί μέσα στο παλάτι του Βυζαντίου. Ο Θεόφοβος ανέτρεψε τα σχέδιά τους γιατί κατέφυγε στο στρατόπεδο του αυτοκράτορα, ο οποίος διέλυσε τον στρατό τους. Σύμφωνα με τον πατέρα Γκοάρ οι Βαρδαριώτες ήταν περσικής καταγωγής. Αυτοί οι τριάντα χιλιάδες Γκέμποροι μιλούσαν την ταταρική τουρκική γλώσσα, είχαν για επίσκοπό τους τον ιεράρχη της Πολυανής (της σημερινής Κόλιανης) και έναν ιεράρχη ο οποίος ανήκε στη μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Η γλώσσα των Σασσανιδών, από τους οποίους κατάγονταν οι Βαρδαριώτες, ήταν η παχλαβική. Σύμφωνα με τον Κοδίνο οι Βαρδαριώτες απευθύνονταν στον αυτοκράτορα είτε στα τουρκικά είτε στα περσικά. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σσ.74-76)
Το κάλυμμα της κεφαλής των Βαρδιαρωτών, το ονομαζόμενο Αγγουρωτόν, έμοιαζε με το κάλυμμα των Περσών (Βλ. Κοδίνο de off. aul. K. Πουκεβίλ, κεφ.V). (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ.81)
Επισκοπή των Βαρδαριωτών ήταν η πόλη της Πολυανής, των σημερινών Κολιανών, η οποία υπαγόταν στη Μητρόπολη της Θεσσαλονίκης. (Pouqueville, τόμ. ΙΙΙ, σ.83)