- Σουλτάνος των Οθωμανών και διάδοχος στο θρόνο των Οσμανληδών . Η επέτειος της ανάρρησής του στο θρόνο είναι η 31η Αυγούστου. (Abbott, σ. 31-32)
- Η 31 η Αυγούστου είχε οριστεί ως επέτειος της ανάρρησης του Αβδούλ Χαμίντ στο θρόνο των Οσμανληδών. Κατά τη διάρκεια των εορτασμών για την επέτειο ανάρρησης στο θρόνο του διαδόχου, η πόλη βρισκόταν σε ένα γενικότερο κλίμα φασαρίας και αναμονής. Αψίδες με υπερβολικά εγκωμιαστικές επιγραφές είχαν στηθεί, σημαίες κυμάτιζαν από τις σκεπές πολλών σπιτιών ενώ πολλά παράθυρα και πόρτες ήταν στολισμένα με λάμπες και φτέρες. Όλοι είχαν ωθηθεί στην επίδειξη τόσης αναληθούς χαράς ακολουθώντας το παράδειγμα των γειτόνων τους και κυρίως από το φόβο της αστυνομίας. Μια μεγάλη παρέλαση με επικεφαλής μια υπέροχη μπάντα και πλαισιωμένη από έφιππα αγήματα παρήλαυνε αργά μέσα στους δρόμους της πόλης. Αποτελούνταν από περίπου πενήντα οχήματα κάθε είδους,που ήταν κατάμεστα από μικρά Τουρκάκια μεταξύ των πέντε και εννιά χρονών. Όλα τους “κολυμπούσαν” μέσα σε ολοκαίνουργιες φράγκικες στολές που προφανώς προορίζονταν να τους ταιριάζουν σε μια μεγαλύτερη ηλικία. Τα φέσια τους ήταν καταστολισμένα με χρυσές κλωστές και εκτυφλωτικά κίτρινα λουλούδια ενώ οι περισσότεροι από αυτούς τους νεαρούς εφέντηδες κρατούσαν ανάμεσα στα βαμμένα με χένα δάχτυλα τους τσιγάρα, τα οποία κάπνιζαν με πρόωρη ικανοποίηση. Επρόκειτο να περιτμηθούν με έξοδα της Μεγαλειότητας του -ένα τυπικό Μωαμεθανικό γενναίο δώρο- και αυτό το γεγονός είχε ως σκοπό να τιμήσει με ένα ισόβιο ενθύμιο το γεγονός ότι ένας Τούρκος μονάρχης είχε στην πραγματικότητα παραμείνει για 25 χρόνια στο θρόνο χωρίς να δολοφονηθεί. Δεν ήταν καθόλου τυχαίο,λοιπόν το γεγονός ότι αυτά τα μικρομέγαλα πλάσματα έδωσαν στον εαυτό τους έναν αέρα σπουδαιότητας. (Abbott ,σ. 31-32)
- Με αφορμή την προηγούμενη μέρα του εορτασμού της επετείου του Αβδούλ Χαμίντ, Έλληνες, Εβραίοι και Σλάβοι συναγωνίζονταν μεταξύ τους στην υποκριτική επίδειξη ζήλου και προσευχές ακούγονταν παντού για την μακροζωΐα του πιο ισχυρού, γαλήνιου και πιο ελεήμονα κυρίαρχου, κάτω από την ήπια και καλοπροαίρετη κυριαρχία του οποίου όλοι ευημερούσαν τόσο πολύ. Στον ελληνικό καθεδρικό ναό ψάλθηκε το Te Deum και όλος ο ελληνικός κλήρος της πόλης είχε συγκεντρωθεί εκεί. Ήταν μια υπέροχη και όχι χωρίς μεγαλοπρέπεια σκηνή. Κοντά στο τέλος της λειτουργίας ο Μητροπολίτης στάθηκε πάνω στο ανώτερο σκαλί του θρόνου του, ανάμεσα σε δύο διακόνους,οι οποίοι κρατούσαν ένα ασημένιο με τρία κεριά κηροπήγιο το οποίο έκαιγε κοντά στα μάγουλα του επισκόπου. Από εκείνη την άβολα περίοπτη θέση η Αγιότητα του εκφώνησε έναν περίτεχνο λόγο με τον οποίο εκθείαζε εν εκτάσει τις πολλαπλές ευλογίες που επιφύλασσε ο βασιλεύων ηγεμών στην Αυτοκρατορία και τους κατοίκους της. Ο Αβδούλ Χαμίντ συγκρίθηκε με ασυναίσθητο χιούμορ με τον ‘ζωοδότη ήλιο που οι ακτίνες του δίνουν ζωή σε ό,τι αγγίζουν’. Η Παγιότητα του μίλησε για τους καινούργιους δρόμους, σιδηροδρομικές γραμμές, τα φιλανθρωπικά και εκπαιδευτικά ιδρύματα, “τα οποία” είπε με μια παθητική προσπάθεια επίδειξης ενθουσιασμού, “είναι πολλά καινούργια κοσμήματα που προστέθηκαν στο στέμμα του Μεγαλειότατου”. Αλλά διακριτικά απέφυγε να αναφέρει τις Αρμενικές σφαγές. Η όλη σκηνή ήταν μια μελαγχολική φάρσα. Από τις ευλογίες, στις οποίες ο ανιαρός ιεράρχης αναφέρθηκε, οι δρόμοι δεν βρίσκονται παρά μόνο σε επισκοπικούς πανηγυρικούς και μερικές φορές σε συμβατικούς χάρτες, οι σιδηρόδρομοι δεν έχουν τίποτα τουρκικό εκτός από την αργοπορία τους, όσο για τα ιδρύματα που αναφέρθηκαν, ο Σουλτάνος έχει τόσο να κάνει με την ίδρυση τους και την διατήρησή τους όσο και ο Αυτοκράτορας της Κίνας, αλλά τα ανέχεται και αυτή είναι η μεγαλύτερη ευλογία που μπορεί να ελπίσει οποιοσδήποτε υπήκοος στην Ανατολή. Η αντίθεση μεταξύ του υπερβολικού ενθουσιασμού του επισκόπου και της παθητικής συμπεριφοράς του αραιού εκκλησιάσματος ήταν μια πηγή ανακούφισης για τον παρατηρητή. Οι επευφημίες με τις οποίες ο λόγος χαιρετήθηκε ήταν λίγες, με μισή καρδιά και προδήλως κατά παραγγελία. Έτσι ο περιηγητής έφυγε από την εκκλησία με την παρήγορη σκέψη ότι το ποίμνιο δεν ακολουθεί τυφλά τον ιεράρχη του.
(Abbott,σ. 32-34)
- Στη Μακεδονία η Μαγνησία και η Καρα Βεριά επαναστάτησαν κατά των Τούρκων αλλά καμία άλλη περιοχή βόρεια της Ακαρνανίας και των Θερμοπυλών δε συμμετείχε στην επανάσταση. Η περιοχή της Κασσάνδρας στην οποία είχε περάσει ο επαναστατικός αναβρασμός ενώ αρχικά είχε εξεγερθεί αργότερα μετάνιωσε για την κίνηση αυτή και έστειλε τον αγά της στον Αμπουλ Αμπουτ για να ζητήσει συγχώρεση. Ωστόσο, ο Αμπουλ Αμπουτ διψούσε για εκδίκηση και επικεφαλής 3000 ανδρών βάδισε κατά των κατοίκων της Κασσάνδρας ,ο ανθός των οποίων είχε συγκεντρωθεί στον Ισθμό και είχε καταλάβει μια καλά οχυρωμένη θέση. Στο διάστημα πριν επιτεθεί ο Αμπουλ Αμπουτ είχαν έρθει καλά νέα στους Έλληνες ότι έρχεται βοήθεια από τον αυτοκράτορα πασών των Ρώσων αλλά τελικά αποδείχθηκε πως η βοήθεια αυτή δεν ήταν παρά λόγια συμπαράστασης και τρια λάβαρα από την Ύδρα ,ένα κομμάτι ύφασμα από το ένδυμα του εκτελεσθέντος Πατριάρχη και δυο βαρέλια πυρίτιδα από την Οδησσό. Τότε τους επιτέθηκε ο Αμπουλ Αμπουτ και 300 άνδρες χάθηκαν στη μάχη ,200 οικογένειες έφυγαν από την περιοχή για να γλυτώσουν, τα σπίτια των φυγάδων έγιναν στάχτη ,τα εναπομείναντα σπίτια έγιναν καταλύματα για τους Τούρκους στρατιώτες ενώ το έργο του τουρκικού στρατού το αποτελείωσε η ληστεία και η πειρατεία. Την ίδια τακτική ακολούθησαν οι Τούρκοι και στη Μαγνησία και την Καρα Βεριά. Η βιαιότητα των Τούρκων ωρίμασε τις συνθήκες σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τα γεγονότα που οδήγησαν στην υπογραφή της Συνθήκης της 6ης Ιουλίου.(Urquhart,τομ. ΙΙ,σ. 50-51)